Μεγάλη Λίμνη

Μεγάλη Λίμνη
Οικισμός (3 κάτ.) της Λέσβου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αγιάσου του νομού Λέσβου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Άρκτων, Μεγάλη Λίμνη των- — (Great Bear Lake). Λιμναία λεκάνη (31.790 τ. χλμ.) στον βορειοδυτικό Καναδά, μια από τις πιο εκτεταμένες της Βόρειας Αμερικής και από τις αμέτρητες καναδικές λίμνες παγετωνικής προέλευσης. Βρίσκεται στη Βορειοδυτική Περιοχή, στη λεκάνη του… …   Dictionary of Greek

  • λίμνη — Φυσική κοιλότητα (λεκάνη) της επιφάνειας της Γης, γεμάτη γλυκό ή υφάλμυρο νερό. Όταν μια λ. έχει δημιουργηθεί από την τεχνητή απόφραξη μιας κοιλάδας με φράγμα, τότε ονομάζεται τεχνητή λ. Τα περισσότερα χαρακτηριστικά των λ. (βάθος, αλμυρότητα… …   Dictionary of Greek

  • Μεγάλη Αλμυρή Λίμνη — (Great Salt Lake). Αλμυρή και αβαθής λίμνη (περ. 4.403 τ. χλμ.) των ΗΠΑ. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της πολιτείας Γιούτα, στους πρόποδες της οροσειράς Γουόσατς και σε μέσο υψόμετρο 1.280 μ. Η επιφάνειά της αυξομειώνεται κατά καιρούς. Η Μ.Α.Λ.… …   Dictionary of Greek

  • Γενεύης, λίμνη — (γαλλ. Lac Leman, γερμ. Genfer See). Λίμνη (582 τ. χλμ.) της δυτικής Ελβετίας, στα σύνορα με τη Γαλλία, η μεγαλύτερη αλπική λίμνη. Η λεκάνη της, η οποία οφείλεται στην εκσκαφική δράση του παγετώνα του Ροδανού, έχει το χαρακτηριστικό σχήμα τόξου… …   Dictionary of Greek

  • Σκλάβων, Λίμνη των- — (ή Μεγάλη Λίμνη των Δούλων, αγγλικά Great Slave Lake = Μεγάλη Λίμνη των Σκλάβων). Λιμναία λεκάνη του κεντροδυτικού Καναδά στα Βορειοδυτικά Εδάφη, μια από τις πιο εκτεταμένες (28 438 τ. χλμ.) της Βόρειας Αμερικής. Έχει σχήμα πολύ επίμηκες (480 χλμ …   Dictionary of Greek

  • Σαπίριορ, Λίμνη — (Lake Superior). Λιμναία λεκάνη της Βόρειας Αμερικής, η πιο εκτεταμένη (84.131 τ. χλμ.) της περιοχής των Μεγάλων Λιμνών και η μεγαλύτερη του κόσμου από τις λίμνες γλυκού νερού. Ανήκει στον Καναδά (επαρχία Οντάριο) προς τα Β και προς τα Α και στις …   Dictionary of Greek

  • Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Βολιβία — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει στα Β και στα ΒΑ με τη Βραζιλία, στα Δ με το Περού και τη Χιλή και στα Ν με την Αργεντινή και την Παραγουάη.Η Β. είναι η μοναδική χώρα της Νότιας Αμερικής, μαζί με την Παραγουάη, που δεν έχει έξοδο προς τη… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”